ρήγας

ρήγας
I
Επώνυμο Μακεδόνων αγωνιστών του 1821.
1. Καπετάν Ρ. Αγωνίστηκε υπό τις διαταγές του Εμμ. Παπά και σκοτώθηκε στη χερσόνησο της Κασσάνδρας από τα στρατεύματα του Αβδούλ-Αβούτ πασά.
2. Νικόλαος. Γιος του προηγούμενου. Αγωνίστηκε με τον Δ. Υψηλάντη και σκοτώθηκε στη μάχη της Πέτρας (8 Αυγούστου 1829).
II
Ονομασία ελληνικών εφημερίδων και περιοδικών.
1. Εφημερίδα που ιδρύθηκε το 1876 με έδρα την Αθήνα.
2. Εφημερίδα του Βόλου. Ιδρύθηκε το 1885.
3. Περιοδικό με έδρα την Αθήνα. Ιδρύθηκε το 1844 από τον Γ. Τερτσέτη.
4. Εφημερίδα της Ζακύνθου. Ιδρύθηκε το 1851.
* * *
ο / ῥήξ, ῥηγός, θηλ. ρήγαινα και ρήγισσα, ΝΜ, και ῥήγας Μ, θηλ. και ῥηγῑνα Μ
βασιλιάς ή ηγεμόνας, ιδίως ξένης χώρας («ρήγας μεγάλος ώριζε την άξα χώρα εκείνη», Ερωτόκρ.)
νεοελλ.
χαρτί τράπουλας στο οποίο εικονίζεται ο βασιλιάς, κν. παπάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. ρήγας < μσν. ῥήξ, ῥηγός (κατά τα αρσ. σε -ας) < λατ. rex, regis «βασιλιάς» (το θηλ. ῥηγῖνα < λατ. regina)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ρήγας — ο (λ. λατ.), θηλ. ισσα 1. βασιλιάς. 2. ορισμένο χαρτί της τράπουλας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ρήγας Βελεστινλής — (Βελεστίνο 1757 – Βελιγράδι 1798). Πρόδρομος και πρωτομάρτυρας του απελευθερωτικού Αγώνα και ο πιο χαρακτηριστικός τύπος λογίου, που συνδύασε άμεσα το κήρυγμα του διαφωτισμού με την επαναστατική δράση. Πολύ λίγες ιστορικές ειδήσεις έχουμε για τη… …   Dictionary of Greek

  • Γκόλφης, Ρήγας — (Μεσολόγγι 1886 – Αθήνα 1958). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του ποιητή, κριτικού λογοτεχνίας και συμβολαιογράφου Παναγιώτη Δημητριάδη. Υπήρξε ποιητής της σχολής του Παλαμά και μαχητικός αγωνιστής του δημοτικισμού. Η ορμή και η φλόγα από τις οποίες… …   Dictionary of Greek

  • Φεραίος Ρήγας — Bλ. λ. Ρήγας Βελεστινλής …   Dictionary of Greek

  • Rigas Feraios — Rigas Ρήγας Φεραίος Rigas Born Antonios Kyriazis 1757 Velestino (now Rigas Feraios (municipality)), Thessaly, Greece (then in the Ottoman Empire) …   Wikipedia

  • ИЗОБРАЗИТЕЛЬНЫ — [греч. τὰ τυπικά; слав. т. е. «то, что [положено] по уставу»], в правосл. богослужении одна из служб суточного богослужебного круга. И. тесно связаны, с одной стороны, с палестинской монашеской традицией келейного самопричащения, с другой стороны …   Православная энциклопедия

  • Фереос, Ригас — Ригас Фереос Ρήγας Φεραίος Род деятельности …   Википедия

  • Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …   Dictionary of Greek

  • Rhigas — Rigas Rigas (ou Rhigas) dit Rigas Vélestinlis (en grec moderne Ρήγας Βελεστινλής) voire Rigas Féréos (Ρήγας Φεραίος) né à Velestino (Magnésie en Thessalie) vers 1757 et mort à Belgrade en juin 1798 était un écrivain, lettré et patriote grec …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”